Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Να που μαθαίνω και χρήσιμα πράγματα στη σχολή!

Υπεραξία (Goodwill): Η διαφορά της τιμής της αξίας ενός στοιχείου της επιχείρησης σε σχέση με αυτήν που ο αγοραστής διατίθεται να δώσει.

Και όχι, δεν έχω όρεξη να μιλήσω για λογιστική ή κάτι τέτοιο. Απλά έφαγα φλασιά ότι αυτή η έννοια ταιριάζει απόλυτα στους ανθρώπους.

Στη λογιστική η υπεραξία μπορεί να βρίσκεται σε ένα πάγιο στοιχείο μιας επιχείρησης, πχ ένα οικόπεδο. Το οικόπεδο αυτό μπορεί στην πραγματικότητα να αξίζει 100,000€, αλλά ο αγοραστής να είναι διατεθειμένος να δώσει 150,000€ (να η υπεραξία). Στη λογιστική έπισης μπορούμε με μια απλή αφαίρεση να βρούμε την υπεραξία. Στην ζωή, όμως;

Σκεφτείτε το λίγο. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε μια «αξία» στα μάτια των άλλων. Σύμφωνα με τα ήθη, έθιμα κλπ, αυτή η αξία καθορίζεται από τον χαρακτήρα μας και τις ενέργειές μας. Πχ ένας καλοσυνάτος και έξυπνος ανθρωπος μπορεί να έχει συγκεκριμένη «αξία» στα μάτια μας σε σχέση με έναν ευκατάστατο και στριμμένο άνθρωπο. Στα μάτια μας μπορεί ο δεύτερος να φαίνεται πιο «σημαντικός», με μεγαλύτερη «αξία». Μπορεί να τον υπερεκτημίσουμε. Να του δώσουμε υπεραξία.

Και έτσι καταλήγουμε να βάζουμε λάθος ανθρώπους στη ζωή μας, επειδή αδυνατούμε να τους δούμε καθαρά και να κάνουμε αυτή την πράξη που στη λογιστική είναι τόσο εύκολη. Την αφαίρεση.



ΥΓ: Goodwill: Καλή θέληση. Στην περίπτωσή μας, υποθέτω, η καλή θέληση που έχουμε στο να προσπαθούμε πάντα να βλέπουμε το καλύτερο στους άλλους.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το μαξιλάρι

μυρίζει σαν εσένα, αλλά το μύρισα μόνο τρεις φορές. Τόσες επέτρεψα στον εαυτό μου. Ίσα για να εντυπώσω την ανάμνηση στη μνήμη μου, ίσα να πληγώσω το μυαλό μου λίγο ακόμα. Και μετά έδωσα να το μυρίσουν κι άλλοι, και τους λέω "να, δείτε, αυτή είναι η αύρα του ανθρώπου μου" αλλά μου λένε ότι δεν μυρίζουν τίποτα και ότι δεν έχω πια άνθρωπο.  Αλλά εγώ μέσα μου νιώθω λες και ζω μέσα σε ένα κακό όνειρο και απλά κάνω υπομονή να ξυπνήσω αλλά δεν ξυπνάω ποτέ και τελικά δεν είναι μόνο μέσα στο κεφάλι μου όλο αυτό και πονάω και φοβάμαι αλλά δεν φοβάμαι πια. Και δεν πονάω πια. Και δεν νιώθω πια.

Την πρώτη φορά που πετάξαμε αετό

-ή μάλλον που προσπάθησαν οι γονείς μου να πετάξουν- ήμουν δύο χρονών. Δεν είχε αέρα, οπότε ο αετός δεν ανέβηκε ποτέ. Και τότε (σύμφωνα με μαρτυρίες) έπιασα τον αετό με τα δύο -ομολογουμένως μικρά- χέρια μου και άρχισα να τον ταρακουνάω με απίστευτη τσαντίλα, γιατί σα δε ντρεπόταν που δεν ήθελε να πετάξει στον ουρανό. Το μυαλό μου τότε δεν μπορούσε να χωνέψει ότι δεν έφταιγε αυτό που έβλεπα μπροστά μου, αλλά η έλλειψη αέρα. Κάτι αόρατο δηλαδή, το οποίο δεν είχα τη δυνατότητα να αντιληφθώ. Τόσα χρόνια μετά, η κατάληξη αυτής της ιστορίας επαναλαμβάνεται στη ζωή μου κατά καιρούς. Αλλά εγώ -σαν ένα χαζό παιδάκι δύο χρονών- ακόμα τσαντιζομαι με τον αετό.

Πετάχτηκα κατά τις πέντε σήμερα

και μετά δεν μ' έπαιρνε ο ύπνος. Δεν ξέρω τί συνέβη, αλλά το συμπέρασμα είναι ότι τώρα, στις 10:30, πίνω τον πρώτο καφέ της ημέρας. Παίρνω το λεωφορείο αυτές τις μέρες γιατί δεν έχω όρεξη να διαχειριστώ τους οδηγούς της Αθήνας. Αυτό μου δίνει χρόνο να σκεφτώ πράγματα. Σήμερα το πρωί λοιπόν σκεφτόμουν για την ποιότητα των ανθρώπων. Δεν με καλύπτουν οι λέξεις «καλός» και «κακός» για να χαρακτηρίσω ανθρώπους. Το κριτήριο για μένα είναι ο βαθμός ενσυναίσθησης. Το πόσο ικανοί είμαστε να μπούμε ο ένας στα παπούτσια του άλλου. Αν το σκεφτείς, μπορεί ένας άνθρωπος να θεωρείται καλός (καλός χριστιανός, καλός επαγγελματίας, καλός οικογενειάρχης), αλλά να είναι ένα άτομο με παρωπίδες, ρατσιστής κλπ, που για μένα σημαίνει ότι έχει εξαιρετικά χαμηλό βαθμό ενσυναίσθησης. Βαριέμαι να το εξηγήσω παραπάνω, εμπιστεύομαι ότι έχεις καταλάβει τί εννοώ. Εν τέλει καταλήγω στο γεγονός ότι με αυτό το κριτήριο αξιολογώ τους ανθρώπους όλη μου τη ζωή. Δεν το είχα καταλάβει. Εκτός αυτού, αντιλαμβάνομαι ότι έχω