τα λόγια σε αυτό το άτυπο ημερολόγιο, γράμματα χωρίς διεύθυνση παραλήπτη. Ένα ημερολόγιο που έχει μόνο τις εξωτερικές στρώσεις του κρεμμυδιού. Παρόλα αυτά, με ξαλαφρώνει πολύ όλο αυτό.
Ξεκίνησα να διαβάζω πάλι βιβλία σιγά σιγά, βαρέθηκα τα reels του ινσταγκραμ. Κάθε 3ο reel ήταν ανάγνωση ταρώ, I shit you not. Δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν τόσα άτομα που να ανεβάζουν τέτοια βιντεάκια. Πολύ ωραία τα έλεγαν πάντως, μου έλεγαν ότι είμαι γαμάτη και ότι με περιμένουν σπουδαία πράγματα. Σας ευχαριστώ, το ξέρω ήδη, και το ξέρω επειδή τα φτιάχνω εγώ τα σπουδαία πράγματα. Επίσης μου έλεγαν ότι θα γυρίσεις πίσω. Εκεί είναι που τα έκλεισα και έπιασα το διάβασμα, πόσο delulu να ταΐσουν και αυτά.
Θέλω να σου πω τόσα πολλά. Πρέπει να κάνω λίστα. Και να κάνω θέλω, για αυτά δεν χρειάζομαι λίστα.
Οι σκέψεις μου είναι θυμωμένες ώρες ώρες. Δεν το κάνουν με κακία όμως, αλλά αυτό το ξέρεις γιατί με ξέρεις. Πονάει όλο αυτό. Αν υπήρχε απόρριψη, δεν θα πονούσε έτσι. Δεν θα με έπιανε ούτε δύσπνοια, ούτε σφίξιμο. Αλλά έτσι ξέρω ότι είναι αληθινό, υποθέτω.
Νομίζεις ότι αξίζω να είμαι ευτυχισμένη; Παλιότερα δεν το νόμιζα γιατί πίστευα ότι είμαι κακός άνθρωπος. Η Τέα τότε μου είχε πει ότι ο καλός άνθρωπος νομίζει πως είναι κακός κάποιες φορές, ο κακός άνθρωπος δεν νοιάζεται για το αν είναι κακός ή όχι. Πλέον νομίζω ότι είμαι οκ άνθρωπος. Μου είναι αρκετό αυτό.
Αυτόν τον καιρό νομίζω ότι έχω μαλακώσει κάπως, δεν μπορώ να στο εξηγήσω, πρέπει να το δεις μόνος σου. Μιλάω ώρες ώρες με μια χροιά που δεν είναι 100% δική μου, με μια ηρεμία. Και δεν έχει να κάνει με το μέσα μου, εκεί έχω ανεμοστρόβιλο που αυτή τη στιγμή ξυρίζει σκεπές. Μάλλον έχει να κάνει με τη δουλειά. Περνάω όμορφα εκεί. Δεν μου είχε τύχει ποτέ αυτό, ακόμα νομίζω ότι μου κάνουν πλάκα ώρες ώρες. Μετά θυμάμαι ότι το αξίζω όλο αυτό, και μου περνάει.
8/12 ήταν η τελευταία φορά που σε είδα. Είναι κάμποσος καιρός, δε νομίζεις; Απορώ με τον εαυτό μου που πάτησα τόσο γερά πόδι, αλλά εκείνη την Κυριακή ειλικρινά τα έχασα. Είναι λες και μπλέχτηκαν δύο διαφορετικοί κόσμοι σε έναν, και έβγαλα τις παρωπίδες μου. Και οι δύο τις φορούσαμε, μη νομίζεις. Είχαμε μείνει στάσιμοι στο εφήμερο, φοβούμενοι να κάνουμε βήμα προς κάποια κατεύθυνση. Εγώ, τουλάχιστον, ας μην βάζω λέξεις στις δικές σου πράξεις, γιατί όπως σου αρέσει να μου θυμίζεις, δεν τα ξέρω όλα. Δίκιο έχεις, το δίνω.
Εγώ λοιπόν. Είχα μείνει στάσιμη γιατί φοβόμουν μην χάσω αυτό το μικρό κομμάτι σου. Δεν καταλάβαινα ότι πάλευα να μπαλώσω γκρεμισμένο τοίχο με ένα μικρό κουτάκι στόκο.
Πόσο σ'αγαπάω, βλαμμένο πλάσμα.
Σχόλια