λες και όλοι κάτι μου έχουν κάνει. Αλλά δεν θυμώνω με αυτούς στην πραγματικότητα. Θυμώνω με τις εκδοχές του εαυτού μου που έφτιαξα για να τους κάνουν παρέα. Από μία για τον καθέναν τους ξεχωριστά, λες και είμαι χαμαιλέοντας. Γιατί εγώ βλέπεις, εγώ τις έφτιαξα για να τις φορώ σαν όμορφες χρυσοποίκιλτες φορεσιές. Τις στόλισα όπως ταίριαζε στην κάθε περίπτωση και μετά τις έδειχνα με καμάρι και έλεγα "κοίτα; Αυτή την έφτιαξα ειδικά για σένα!" Και έκανα τόσο κόπο για να κουμπώνουν ακριβώς και να μου πηγαίνουν γάντι, αλλά τελικά όποια και να φορέσω μετά από λίγο μου προκαλεί μια απίστευτη φαγούρα και θέλω να τις πετάξω από πάνω μου και να τις κάνω χίλια κομμάτια και να τους βάλω φωτιά και να χορέψω γύρω απ'τη φωτιά γυμνή σα να μην με νοιάζει τίποτα πια. Αλλά κάποια στιγμή η φωτιά θα σβήσει, και οι φορεσιές μου θα έχουν γίνει στάχτη, και εγώ θα κρυώνω, και το κρύο δεν το άντεξα ποτέ.