Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η μάζωξη

Πολλές φορές για διάφορους λόγους (δουλειά, γάμοι-βαφτίσεις, κ.τ.λ.) πρέπει να πάμε οικογενειακώς στο χωριό. Άμα είσαι οποιοσδήποτε άλλος, τότε ίσως δεν έχεις λόγο να γράψεις γι' αυτό το γεγονός. Αν είσαι εγώ, θα πιαστεί το χέρι σου.

Φτάνουμε στο χωριό. Πριν προλάβω να κατέβω απ' το αμάξι, δέχομαι επίθεση απ' τα μικρά ξαδερφάκια. Μόλις καταφέρω να μπω στο σπίτι, περνώ το επόμενο μισάωρο φιλώντας και αγκαλιάζοντας συγγενείς. Οι άντρες της οικογένειας εξαφανίζονται. Πάω να φτιάξω καφέδες και μετά οι γυναίκες της οικογένειας (γιαγιάδες, θείες, ξαδέρφες) -μαζί και εγώ με την μάνα μου- μαζευόμαστε γύρω απ' το τραπέζι και αρχίζει το πάρτι!

Στην αρχή η συζήτηση περιστρέφεται γύρω μου. Πόσα μαθήματα χρωστάω, γιατί χρωστάω τόσα, αν έχω γκόμενο, γιατί δεν έχω γκόμενο, αν έχω μάθει να μαγειρεύω ακόμα, κ.τ.λ. Οι ξαδέρφες μου (8 και 9 χρονών) πιάνουν από 1 αυτί η καθεμία και μετράνε πόσες τρύπες έχω κάνει. Δυνατά. Εκεί παίρνουν μπρος τα νεύρα μου σιγά-σιγά γιατι νοιώθω λες και η ζωή μου είναι κάτω από μικροσκόπιο. Για να γλιτώσω την ανάκριση, πετάγομαι μέχρι τον αδερφό του παππού μου, ο οποίος μου λέει για κάνα δίωρο ιστορίες απ' τον στρατό.

Φτάνει το μεσημέρι. Τώρα πρέπει να δείξω πόσο νοικοκυρά είμαι και πόσο καλά με έχει αναθρέψει η μανούλα μου. Στρώνω το τραπέζι, σερβίρω καμιά δεκαριά άτομα (οι άντρες της οικογένειας έχουν καταφτάσει μυστηριωδώς χωρίς να τους έχει ειδοποιήσει κανείς για φαΐ), κάθομαι να φάω. Αυτή η ώρα είναι συνήθως η πιο ήρεμη, γιατί δεν μου μιλάει κανένας και έχω χρόνο να χαζέψω ήσυχη και να ηρεμήσω τα νεύρα μου. Η γιαγιά μου τότε χαλάει αυτή την ηρεμία ρωτώντας με αν θέλω το ένα ή το άλλο πράγμα απ' το τραπέζι. Γιαγιά. Είμαι 18 χρονών και επιστημονικές έρευνες που δεν διάβασα ποτέ έχουν αποδείξει ότι μπορώ να σερβιριστώ μόνη μου. Ευχαριστώ.

Μόλις τελειώσει το φαγητό -αφού μαζέψουμε το τραπέζι- παίρνω όποιο αμάξι βρω μπροστά μου και κάνω βόλτες μες στο καταμεσήμερο σαν την τρελή. Και εκεί που την καταβρίσκω πίσω απ' το τιμόνι, ο πατέρας μου με παίρνει τηλέφωνο για να μου πει ότι φεύγουμε.

Ευτυχία είναι να έχεις μια μεγάλη, ζεστή, αγαπημένη οικογένεια σε μια άλλη πόλη.
George Burns

Credit στον Γιώργο για τον George Burns

Σχόλια

Ο χρήστης Unknown είπε…
xaxa wraio arthro omologoumenws. +1! :)
Ο χρήστης Thunder είπε…
well thank you, sir!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Να μάθεις

να απομακρύνεσαι. Να μην στριμώχνεσαι ώστε να χωρέσεις με το ζόρι. Το ζόρι είναι ασφυκτικό. Είναι κουραστικό και δεν θα σου προσφέρει τίποτα στο τέλος. Πάρτο απόφαση ότι δεν είναι για σένα αυτό το μέρος και προχώρα παρακάτω. Να αποζητάς το φως. Τη γαλήνη. Τη νηνεμία. Δεν χρειάζεται να πασχίζεις για όλα τα αποκτήματα της ζωής σου. Δεν υπάρχει κάποια ανταμοιβή στο τέλος της διαδρομής έτσι κι αλλιώς, μόνο η ανάμνηση του πόνου θα σου μείνει. Και δεν χρειάζεται καν να πληρώσεις κάποιο τίμημα ώστε να έρθει μετά η ευτυχία σου, εσύ επιβάλεις τον δύσκολο τρόπο στον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν θα σου χτυπήσει κάποιος φιλικά την πλάτη για να σε συγχαρεί για το ρόλο του οσιομάρτυρα που παίζεις με τόση επιτυχία. Απόκτησε λίγο εγωισμό. Δεν χρωστάς τίποτα σε κανέναν. Είσαι ένα λευκό, εκτυφλωτικό φως, και αν κάποιος δεν το αντέχει ας κοιτάξει αλλού. Είσαι μία δύναμη χωρίς όρια. Πάρε μια βαθιά ανάσα και νιώσε επιτέλους ότι το μόνο εμπόδιο στη ζωή σου είσαι εσύ, γιατί μόνο εσύ έχεις τη δύναμη να σε φρενάρει

Ένα είδος τέλους

Αναρωτιόμουν πως θα ήταν να πρέπει να γράψω ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα για τον θάνατό μου, όπως έκανε κάποιος γνωστός μπλόγκερ. Τι μπορεί να γράψει κανείς σαν ένα παντοτινό αντίο, άλλωστε; Υποθέτω πως θα παρηγορούσε αρκετά η σκέψη ότι δεν φοβάμαι τον θάνατό μου. Γενικά πιστεύω ότι ο θάνατος είναι πιο τρομακτικός γι' αυτούς που ζουν την απώλεια, παρά γι' αυτόν που φεύγει. Αυτός που φεύγει -από τη στιγμή που σταματά η καρδιά- είναι σαν να κατεβάζει το διακόπτη. Ούτε αισθήσεις, ούτε σκέψεις. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο δεν πιστεύω και σε παράδεισο/κόλαση, ή στο ότι οι νεκροί μας βλέπουν «από ψηλά» και «μας προσέχουν», γιατί αυτό θα προϋπέθετε τη συνέχεια της σκέψης. Πιστεύω όμως ότι οι άνθρωποι φοβούνται τον θάνατο για δύο κύριους λόγους. Το κλασσικό είναι ο πόνος. Αλλά -θα μου πείτε- ποιος θα 'θελε να πεθάνει με επίπονο τρόπο; Το άλλο είναι αυτό το άγχος που μας πιάνει όλους ότι δεν θα προλάβουμε να κάνουμε αυτά που θέλουμε πριν απ' το «μεγάλο τέλος». Και αυτό

Φοβίες

Αυτό είναι το πρώτο ποστ μου. Δεν έχω ιδέα για το πώς θα πρεπε να είναι το εισαγωγικό ποστ σε ένα blog, οπότε θα προσποιηθώ ότι είναι ένα οποιοδήποτε άκυρο ποστ και θα πάω παρακάτω Ξέρετε αυτή την αίσθηση που έχει ο μέσος άνθρωπος (θέλω να ελπίζω) όταν ξαπλώνει το βράδυ στο κρεβάτι, ότι άμα βγάλει έστω και το μικρο του δαχτυλάκι έξω απ’ τα σκεπάσματα θα τον κατασπαράξουν άγρια θηρία; Ας έχει και 100 οC, θα σκεπαστεί έστω με ένα σεντονακι. Αυτό εγώ λοιπόν το παθαίνω κάθε βράδυ. Γιατί είμαι τόσο άτυχη που όταν το παίρνω απόφαση πλέον και λέω «τέρμα τα ψέματα, έχει παει 4 η ώρα, πέσε να ξεραθεις», τότε αρχίζουν να τρίζουν όλα τα έπιπλα του δωματίου εναλλάξ, νιώθω κάτι να πιέζει το στρώμα, αρχίζει και βουίζει το κλιματιστικό κ.ο.κ. Οπότε πώς να μην έχω μετά την αίσθηση ότι κάποιος είναι στο δωμάτιο μαζί μου; Τότε είναι που αρχίζουν όλες οι θεωρίες. Ανάλογα με το αντικείμενο του φόβου του καθενός, υπάρχει και διαφορετικό είδος « μαμουτα ». Είτε θα είναι εξωγήινος, είτε κλέφτης, είτε φίδ