Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Καντίνες και κατίνες.

Το πόσο κατίνα είναι μια γυναίκα ή ένας άντρας, το καταλαβαίνει κανείς εν όψει χωρισμού. Ένας νορμάλ άνθρωπος θα στεναχωρηθεί, θα χτυπηθεί αλλά θα πάει παρακάτω. Η κατίνα θα ρεζιλευτεί, θα κάνει ρεζίλι κι εσένα και το σόι σου ολόκληρο (που λέει ο λόγος), και ακόμα και μετά απ' αυτό δεν θα 'ναι ικανοποιημένη.

Δυστυχώς δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγει κανείς τέτοιου είδους «προσωπικότητες». Μπορείς απλά να ελπίζεις ότι θα περάσει σύντομα αυτή η «κατινοπερίοδος» και θα ησυχάσει το κεφάλι σου. Γιατί όχι, δεν υπάρχει έλεος! Δεν υπάρχει καλοσύνη!

Γι' αυτό κι εγώ παράτησα τις κατίνες και ήρθα στο ξακουστό χωριό μου, για ν' αράξω στην καντίνα (εξ ου και ο τίτλος) του θείου μου - ο οποίος άμα δει ότι τον λέω «θείο» εδώ θα με σφάξει, να πιω τα φρέντα μου (-γιατί μαρή στο χωριό σου είχατε; -ε ναι, λοιπόν!) και να πλατσουρίσω κι εγώ σαν κάτι εγγλεζάκια με κόκκινες μύτες. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Δεν είναι βουνό,

είναι λόφος. Σαμαράκι στο δρόμο. Απλά κατεβάζεις ταχύτητα και το περνάς. Δεν είναι ακατόρθωτο. Είναι μπροστά σου και δεν μπορείς να στρίψεις ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Πρέπει να το κοιτάξεις κατάματα και να περιμένεις την αναπήδηση. Πρέπει να προσέξεις τα αμορτισέρ, μην κάνεις ζημιά. Και μετά απλά πέρνα το. Και δες πώς θα σου φανεί ένα τίποτα, καθώς θα το βλέπεις να απομακρύνεται στον καθρέφτη σου. Κοίτα μωρέ, που φοβόμουν ένα σαμαράκι λες και ήταν τοίχος πετρόκτιστος. Τι ήταν τελικά; Τίποτα δεν ήταν. Αυτό είναι υπενθύμιση για τον εαυτό μου, ένα ξεχασμένο χαρτάκι κολλημένο στο ψυγείο, μπας και κάποια στιγμή το χωνέψω.

Edit: Αναρωτιέμαι

ώρες ώρες. Ή έχω ηλίθιο ένστικτο, ή είναι σωστό αλλά έμπλεξα με την πάρτη σου που κάνεις το Αθήνα Αμβέρσα με τα πόδια γιατί δεν σκέφτηκες να πάρεις ένα γαμημένο ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ. Είναι λες και είμαι σε ένα συνεχές κακό όνειρο, αλλά από αυτά τα όνειρα που ξέρεις ότι είναι όνειρα τη στιγμή που τα βλέπεις. Εν τω μεταξύ, τώρα που λέω για όνειρα, σήμερα με ξύπνησα γιατί είπα το όνομά σου στον ύπνο μου. Σε έψαχνα και το είπα και ξύπνησα με τεντωμένο χέρι, πέταξα τα γυαλιά μου κάτω καταλάθος, το κατάλαβα όταν σηκώθηκα και τα πάτησα. Γιατί δεν τα είδα. Επειδή δεν φόραγα γυαλιά. Έχω μάθει να έχω ελαφρύ πάτημα οπότε δεν έσπασαν. Σε άλλα νέα, το σφίξιμο στο πλευρό δεν έχει φύγει ακόμα, κοντεύω να το συνηθίσω. Λες να είναι μόνιμο από δω και πέρα; Το φυσιολογικό αυτό θα ήταν, εδώ και σχεδόν μια δεκαετία παίζω κρυφτό με οποιοδήποτε σύμπτωμα. Μπορεί να πρέπει να ρωτήσω τον γιατρό. Βαριέμαι να ρωτήσω τον γιατρό. Δεν το έχω πει σε κανέναν γιατί θα ανησυχήσουν και βαριέμαι να διαχειριστώ κάτι τέτοιο. Δεν νιώθω

Και πήρα το σκεπάρνι

και άρχισα να κοπανάω παντού, όπου έβρισκα κάτι να προεξέχει. Άνοιγα διόδους όπου μπορούσα, ίσα να μπορέσω να κάνω λίγο χώρο να αναπνεύσει το μέσα μου. Ο αέρας όμως ήταν γεμάτος σκόνη και τα μπάζα ατάκτως ερριμμένα. Και πήρα φόρα η χαζή χωρίς μια μάσκα, χωρίς γάντια. Και έβηχα σαν καρκινοπαθής στο τελευταίο στάδιο, και γέμισαν πληγές τα χέρια μου από την τριβή. Μην με ρωτάς αν αυτό με σταμάτησε, προφανώς και όχι. Όσο έβλεπα το φως να τρυπώνει απ' τις ρωγμές, συνέχιζα με περισσότερη λύσσα, λες και φορτίζεται η ψυχή μου με φωτοβολταϊκά. Η μόνη ελπίδα είναι πως πίσω από τα τείχη θα βρω ήλιο, όχι χιλιάρη προβολέα.