και δεν ξαφνιάστηκε κανείς, εννοείται. Μοιάζει ψέμα το χθεσινό, κλεμμένη στιγμή, όνειρο. Και άνοιξα τα μάτια μου και δεν μπορώ να πάρω ανάσα. Πονάει το στομάχι μου. Δεν μπορώ να ανασάνω και πονάει το στομάχι μου. Δεν μπορώ να ανασάνω. Δεν. Μπορώ. Να. Ανασάνω. Αγκαλιά άδεια. Χέρια άδεια. Γιατί; Γιατί; Πάλι και πάλι και πάλι απ'την αρχή.
να μην σκέφτομαι ποτέ τις συνέπειες. Να πλέω σε τούτη τη ζωή σαν μια σαπουνόφουσκα, όπου με πάει ο άνεμος. Θα πάω ψηλά; Θα ακουμπήσω τυχαία στο τσιμέντο και θα σκάσω; Δεν ξέρω και ούτε που με νοιάζει, γιατί είμαι κάτι εξ ορισμού εύθραυστο και εφήμερο. Έχω γεννηθεί για να στροβιλιστώ στον αέρα, να λάμψω στιγμιαία από το φως και να εξαφανιστώ. Και μετά ο σκοπός θα έχει επιτευχθεί. Μια αιωνιότητα που κράτησε μόλις τρία γυαλιστερά δευτερόλεπτα.
Σχόλια